Παρασκευή 14 Οκτωβρίου 2011

The Black Prince (1973) της Iris Murdoch


Ελληνιστί: Ο Μαύρος Πρίγκιπας

Υπόδειγμα μεταμοντέρνου βιβλίου - όπως διδάχθηκα και στο πανεπιστήμιο - ο "Μαύρος Πρίγκιπας" βρίθει μετα-αφηγηματικών (meta-narrative) και μετα-λοτεχνικών (meta-fictional) τεχνικών, από τα γεμάτα ειρωνεία εκδοτικά σημειώματα στην αρχή και postscript στο τέλος - όλα ευρήματα που μας εφιστούν την προσοχή στο ότι αυτό που κρατάμε στα χέρια μας είναι ένα βιβλίο και όχι μία πραγματικότητα. Ένα λογοτεχνικό ανάλογο των μετα-φιλμικών πρακτικών που χρησιμοποιούσε στις ταινίες του ο Ζαν-Λικ Γκοντάρ.

Διόλου τυχαία λοιπόν, το κύριο θέμα του βιβλίου είναι η λογοτεχνία, η σύγκρουση ή συνύπαρξη τέχνης και ζωής και που αμβλύνονται τα όρια μεταξύ των δύο, το γράψιμο, ο ρόλος του συγγραφέα, η έμπνευση. Σαν ένα ειρωνικό, αυτοσαρκαστικό alter ego της συγγραφέως, ο κύριος ήρωας, παλαίμαχος συγγραφέας Μπράντλεϊ, εγκλωβισμένος επί χρόνια σε ένα εφιαλτικό writer's block, περιφέρεται, προσπαθώντας να βρει λίγο χρόνο μακριά από όλους και όλα προκειμένου να γράψει αυτό που πιστεύει πως θα γίνει το magnum opus του. Όταν ο έρωτας χτυπά την πόρτα του αιφνίδια, ο Μπράντλεϊ νομίζει πως βρίσκει την πολυπόθητη έμπνευση. Είναι πραγματικά έρωτας ή απλά μία αυθυποβολή του Μπράντλεϊ; Η πραγματική ζωή ή η τέχνη έχουν προβάδισμα; Και τελικά έχει τίποτα από όλα αυτά σημασία;

Με τη δηλητηριώδη, εξαιρετικά διαυγή γραφή της, η Μέρντοκ περιγελά τους πάντες και τα πάντα και αποδεικνύει περίτρανα τον παραλογισμό των πάντων. Τίποτα δεν λαμβάνεται και δεν πρέπει να ληφθεί σοβαρά. Το κωμικό μετατρέπεται σε τραγικό και αντίστροφα με ανατριχιαστική ευκολία - ακόμα και το φαινομενικά μοιραίο ορισμένων εξελίξεων στην πλοκή δεν μπορεί, κατόπιν ανάγνωσης του βιβλίου, παρά να αποδοθεί στην τυχαιότητα του σύμπαντος, ασχέτως αν ο πάντα στομφώδης, πομπώδης Μπράντλεϊ βλέπει τον εαυτό του σαν τον ήρωα ενός σαιξπηρικού δράματος. Η Μέρντοκ αποδομεί κάθε "ιερή" και γεμάτη βαρύτητα πεποίθησή μας: για την σπουδαιότητα και αγνότητα του έρωτα (το βασικό ρομάντσο της ιστορίας είναι ένα αδέξιο, πρόσκαιρο, όχι ιδιαίτερα τρυφερό πάθος), τις βαρύγδουπες διακηρύξεις περί της σοβαρότητας της τέχνης, τη σημασία ή ασημαντότητα της νιότης και της ομορφιάς. Όλα αναμοχλεύονται στο καζάνι της ειρωνείας πάνω από το οποίο στέκεται σαν μάγισσα η Μέρντοκ. Και όλα αναδεικνύονται σαν ένα τραγικό, κακόγουστο ανέκδοτο: η ανθρώπινη φύση, τόσο αστεία επειδή είναι τόσο παράλογη και - οξύμωρο - απάνθρωπη, όπως προσωποποιείται στο νευρωτικό καστ διανοουμένων της ιστορίας, που μοιάζουν βγαλμένοι από ταινία του Γούντι Άλεν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου